Είναι παραμονή Χριστουγέννων και όλοι οι
Χριστιανοί ετοιμάζονται να γιορτάσουν την πιο χαρούμενη γιορτή της
χριστιανοσύνης. Το μικρό ωραίο χωριό κοντά στο δάσος, που είναι και το σπίτι
της μικρής μας Αγγελικής, είναι στολισμένο με πολλά χριστουγεννιάτικα φώτα.
Έξω χιονίζει συνέχεια και όλα τα σπιτάκια
έχουν αναμμένα τζάκια. Πολλοί, εξαιτίας του χιονιού, μετακινούνται με έλκηθρα.
Στη μικρή πλατεία του χωριού, που είναι κάτασπρη από το χιόνι, ένα μεγάλο έλατο
είναι στολισμένο με πολλά φωτάκια.
Τα παιδιά αψηφούν το κρύο και το χιόνι και
τυλιγμένα με τα χοντρά ζεστά ρούχα τους, γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα
κάλαντα. Άλλα πάλι παίζουν μεταξύ τους χιονοπόλεμο. Μερικά από αυτά κάνουν
ωραίους χιονάνθρωπους. Τα γέλια τους αντηχούν σε όλο το μικρό χωριό που ζει
έντονα αυτές τις ημέρες το πνεύμα των Χριστουγέννων. Αν και είναι πλέον
σούρουπο και σε λίγο τα πρώτα αστέρια θα φωτίσουν τον χειμωνιάτικο ουρανό, αυτά
δεν λένε ακόμα να σταματήσουν τα παιχνίδια τους.
Στο ζεστό σπιτάκι της Αγγελικής, η μαμά
Σοφία μαζί με τη μεγάλη της κόρη Χριστίνα ετοίμασε πολλά και ωραία γλυκά. Τώρα,
κουρασμένη, ήρθε να ξεκουραστεί μαζί με την Χριστίνα της στο σαλόνι του σπιτιού
τους, εκεί που έχουν και το χριστουγεννιάτικο δένδρο τους. Ο μπαμπάς Βαγγέλης
είναι απορροφημένος στο διάβασμα. Ένα ωραίο μυθιστόρημα γύρω από το πνεύμα των
Χριστουγέννων τον έχει συναρπάσει. Δίπλα του παίζει ήσυχα και χαρούμενος με τα
παιχνίδια που του αγόρασε ο μικρός του γιος Ιωσήφ.
Η Αγγελική κάθεται κοντά στο
χριστουγεννιάτικο δένδρο και νοερά φαντάζεται τη μικρή φτωχή σπηλιά στην οποία
κατέφυγαν ο γέροντας Ιωσήφ και η έγκυος Μαριάμ. Ο νους της ταξιδεύει στη
μακρινή Παλαιστίνη. Με τα μάτια της ψυχής της, βλέπει το αστέρι που οδήγησε
τους τρεις μάγους μέχρι την Βηθλεέμ, να έρχεται πάνω από τη σπηλιά και να την
φωτίζει με το δικό του ουράνιο φως και τα τσοπανόπουλα μαζί με τα προβατάκια
τους να είναι γύρω από τη φάτνη του Χριστού. Πόσο θα ήθελε να είναι και αυτή
μαζί τους!
Τις νοερές περιπλανήσεις της διέκοψαν τα
χτυπήματα στην πόρτα από μικρά παιδιά που ζήτησαν να τους πουν τα κάλαντα.
-Να πούμε τα κάλαντα;
-Να τα πείτε, παιδιά μου, τους είπε με χαρά
η μαμά Σοφία και τους άνοιξε την πόρτα να περάσουν μέσα.
Τα παιδιά ξεκίνησαν αμέσως να τραγουδούν
μελωδικά τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα, "Χριστός γενάται σήμερον εν Βηθλεέμ
την πόλη...". Ένα παιδί συνόδευε με τη φυσαρμόνικα του το τραγούδι και
κάποια άλλα κτυπούσαν ρυθμικά τα σιδερένια τρίγωνα.
Όταν τέλειωσαν, η μαμά Σοφία έριξε κέρματα
μέσα στο κουτάκι που μάζευαν τα χρήματα και η Χριστίνα τους έδωσε από ένα
μελομακάρονο. Τα παιδιά, αφού τους ευχαρίστησαν και τους ευχήθηκαν "χρόνια
πολλά", πήγαν να πουν τα κάλαντα και σε άλλα σπίτια.
Το πιο πολύτιμο δώρο
Ο Ιωσήφ κι η Αγγελική ήταν τόσο χαρούμενοι
που άρχισαν να τραγουδούν και αυτοί τα κάλαντα. Ο μπαμπάς, που είχε σταματήσει
το διάβασμα, σιγοτραγουδούσε μαζί τους ευτυχισμένος. Η μαμά Σοφία, αφού έβαλε
ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο στο τζάκι για να μη σβήσει, ήρθε να καθίσει κοντά στα
μικρά παιδιά της. Ο Ιωσήφ ήρθε αμέσως να χωθεί στην αγκαλιά της και η Αγγελική
βρήκε την ευκαιρία να ζητήσει από την μαμά της να της πει περισσότερα για τους
τρεις μάγους και την γέννηση του Χριστού μας.
-Μαμά, οι τρεις μάγοι από που ήρθαν για να
δουν τον Χριστό μας;
-Ήρθαν από πάρα πολύ μακριά, από τα βάθη
της Ανατολής, την Περσία.
-Και τι δώρα του έφεραν;
-Χρυσό, λιβάνι και σμύρνα. Χρυσάφι, γιατί
είναι ο βασιλιάς όλου του κόσμου. Λιβάνι γιατί είναι ο παντοδύναμος Θεός, και
σμύρνα, ένα πολύτιμο άρωμα που χρησιμοποιούν στους ενταφιασμούς, για να δηλώσει
προφητικά τα άγια πάθη και τον ενταφιασμό του, με τα οποία θα γινόταν και ο
νικητής του θανάτου και της αμαρτίας.
-Εμείς, μανούλα, που είμαστε παιδιά, τι θα
του προσφέρουμε;
-Εσείς θα του προσφέρετε κάτι πολυτιμότερο
που θα του αρέσει πιο πολύ από όλα τα δώρα της γης!
-Ποιο είναι αυτό, μαμά; Θέλω να του το
προσφέρω. Από που θα το αγοράσω;
-Δεν χρειάζεται να το αγοράσεις από
πουθενά, γιατί το έχεις ήδη, κοριτσάκι μου! Αν του το χαρίσεις θα τον κάνεις
πάρα πολύ ευτυχισμένο!
-Ποιο είναι, μαμά; Θα του το δώσω με όλη
μου την καρδιά!
-Μα αυτό ακριβώς είναι, μωρό μου, η
πολύτιμη καρδιά σου. Θέλει να του προσφέρεις όλη την αγάπη της καρδιάς σου για
να έρθει να καθίσει σαν βασιλιάς στο θρόνο της. Κατακτώντας την καρδιά και την
ψυχή σου, θα γίνεις η μικρή του βασιλοπούλα!
-Πως μπορώ μανούλα μου, να του προσφέρω την
καρδιά μου;
-Μόνο με την αγάπη και την απόλυτη
εμπιστοσύνη στο άγιο θέλημα του μπορείς να του προσφέρεις την καρδιά σου, παιδί
μου. Όταν θα τον αγαπάς με όλη σου την καρδιά, όπως αγαπάς εμένα και τον μπαμπά
σου, τότε Εκείνος θα σε αγαπά και θα σε λατρεύει, όπως σε αγαπάμε και σε
λατρεύουμε εγώ και ο μπαμπά σου, γιατί είσαι ο θησαυρός μας. Έτσι θα είσαι και
για Εκείνον ο πολύτιμος θησαυρός του.
Ο μικρός Ιωσήφ που άκουγε προσεχτικά όλα
αυτά, ρώτησε τη μαμά του:
-Μαμά, και εγώ θα είμαι ο θησαυρός του, αν
τον αγαπώ πολύ;
-Και συ, γλυκιά μου αγάπη, αλλά και κάθε
άνθρωπος που θα αγαπήσει ειλικρινά τον Χριστό μας με όλη του την καρδιά, θα
είναι γι' Αυτόν ο πιο πολύτιμος θησαυρός. Εξάλλου γι' αυτό έγινε ο Θεός
άνθρωπος και ήρθε να ζήσει ανάμεσα μας στη γη, για να τον γνωρίσουμε καλύτερα
και να τον αγαπήσουμε με όλη μας την καρδιά. Αυτό που δεν έγινε στον παράδεισο,
θέλει να το πετύχουμε στη γη.
-Τι δεν έγινε, μανούλα μου, στον παράδεισο;
ρώτησε με απορία η Αγγελική.
-Όταν δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, του
χάρισε με την δύναμη του αγίου Πνεύματος κάποια πολύτιμα δώρα που δεν τα είχε
κανένα άλλο δημιούργημα. Του χάρισε το μυαλό και τις λογικές δυνάμεις για να
σκέπτεται, να αποφασίζει και να δημιουργεί όπως ο δημιουργός Θεός του.
Τον έκανε ο Θεός, όπως λέει η αγία Γραφή "κατ'
εικόνα " του. Τότε του έδωσε και την δυνατότητα να πετύχει το "καθ'
ομοίωση". Του είπε δηλαδή πως, αν σταθεί με αγάπη, με απόλυτη
εμπιστοσύνη και με πλήρη υποταγή αφοσιωμένος στο θέλημα του δημιουργού Θεού
του, τότε ο ίδιος ο παντοδύναμος Θεός θα τον άφηνε να κατοικήσει μέσα στη θεϊκή
καρδιά του για να γίνει ένα με Αυτόν, όπως είναι ένα το μωρό με την μαμά του
μέσα στη μήτρα της.
Θα γινόταν ο Θεός και ο άνθρωπος ένα, όπως
είναι μέσα σε ένα ποτήρι το κρασί με το νερό.
Είναι το μεγαλύτερο δώρο που έδωσε ο παντοδύναμος Θεός σε ένα
δημιούργημα του. Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για να γίνουν ένα, είναι η
απόλυτη εμπιστοσύνη, αγάπη και υποταγή στο άγιο θέλημα του!
-Τώρα, μανούλα μου, καταλαβαίνω γιατί δεν
το πέτυχε αυτό ο Αδάμ και η Εύα στον παράδεισο. Επειδή δεν πίστεψαν με απόλυτη
εμπιστοσύνη σε ό,τι τους είπε ο καλός Θεός μας και έκαναν ό,τι τους είπε το
πονηρό φίδι, που ήταν ο κακός σατανάς.
-Σωστά, γλυκό μου κοριτσάκι! Αυτό το
τραγικό λάθος έκαναν οι πρωτόπλαστοι και δεν μπόρεσαν να γίνουν ένα με τον καλό
Θεό μας, όπως ήταν η θεϊκή του επιθυμία. Το λάθος αυτό ονομάστηκε "προπατορικό
αμάρτημα" και βαρύνει από τότε κάθε άνθρωπο, σαν απόγονοι του Αδάμ που
είμαστε.
Οι συνέπειες του προπατορικού αυτού
αμαρτήματος ήταν τεράστιες στη ζωή του ανθρώπου. Κατάφερε ο σατανάς να σκοτίσει
τόσο πολύ το μυαλό του, ώστε να μη μπορεί να καταλάβει πόσο κακό έκανε στην
ψυχή του με τις διάφορες αμαρτίες στις οποίες έπεφτε.
-Γιατί δεν μπορούσε, μανούλα, να καταλάβει
το κακό και πλήγωνε έτσι τον καλό Θεό μας;
-Όταν, Αγγελική μου, φεύγει η χάρις του
αγίου Πνεύματος από τον άνθρωπο, φεύγει ταυτόχρονα και η φώτιση του νου. Τότε
όχι μόνο δεν μπορεί ο άνθρωπος να διακρίνει σωστά το καλό από το κακό αλλά
παρασύρεται και εύκολα από την πονηριά του σατανά και κάνει πράγματα άσχημα, τα
οποία όμως θεωρεί σωστά.
-Τι άσχημα πράματα μπορεί να κάνει και δεν
καταλαβαίνει πως είναι κακά;
-Θα σου πω με παραδείγματα και θα
καταλάβεις. Πριν έρθει ο Χριστός μας να γεννηθεί, οι άνθρωποι δεν πίστευαν στον
ένα αληθινό Θεό, αλλά σε διάφορους ψεύτικους θεούς που είχαν φτιάξει με την
φαντασία τους.
Οι ψεύτικοι αυτοί θεοί είχαν πολλά πάθη και
κακίες. Έλεγαν ψέματα και έκαναν ανήθικα πράματα, που κανένας λογικός άνθρωπος
δεν θα ήθελε να κάνει. Οι άνθρωποι αγαπούσαν τους ψεύτικους αυτούς θεούς και
προσπαθούσαν να τους μιμηθούν στις ανήθικες πράξεις τους.
Επίσης πίστευαν πως διάφορα δημιουργήματα
του καλού Θεού μας, όπως ο ήλιος, το φεγγάρι και άλλα, ήταν θεοί και τα
λάτρευαν αντί να λατρεύουν τον ένα και αληθινό Θεό μας.
Αλλά και μεταξύ τους οι άνθρωποι δεν είχαν
σεβασμό και αγάπη. Νόμος τους ήταν η δύναμη του πιο ισχυρού. Η γυναίκα δεν είχε
καμιά αξία μπροστά στον άνδρα. Όποτε ήθελε ο άνδρας μπορούσε να την διώξει ή
ακόμα και να την σκοτώσει.
Το ίδιο ίσχυε και για τα μικρά και ανήμπορα
παιδιά. Λένε πως στη Ρώμη, την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όταν
κάποιος δεν ήθελε το παιδί του, μπορούσε να το πάρει ψηλά στο βουνό και να το
αφήσει να το κατασπαράξουν τα άγρια θηρία. Μήπως και στην αρχαία Ελλάδα, στη
Σπάρτη, δεν πετούσαν από ένα γκρεμνό όσα παιδιά ήταν ανάπηρα;
-Πω, πω, μανούλα, δεν μπορώ να πιστέψω ότι
μπορούσαν να κάνουν οι άνθρωποι τόσο άσχημα πράματα!
Η χάρις του αγίου Πνεύματος
Η μικρή Αγγελική φαινόταν ξαφνιασμένη από
αυτά που άκουγε να λέει η μαμά της, για τα κακά που μπορούν να κάνουν οι
άνθρωποι όταν φύγουν μακριά από τον Θεό.
Η μαμά Σοφία ήθελε να καταλάβει πολύ καλά
το κοριτσάκι της πόσο σημαντικό είναι για μια ανθρώπινη ψυχή η παρουσία του
αγίου Πνεύματος για να ζει σωστά και να έχει χαρά και ευτυχία, γι’ αυτό
αποφάσισε να της το εξηγήσει περισσότερο.
-Όταν, κοριτσάκι μου, φύγει η χάρις του
αγίου Πνεύματος από την ψυχή του ανθρώπου, τότε το μυαλό του σκοτίζεται από τη
δύναμη του κακού σατανά και μπορεί ο άνθρωπος να κάνει πολλά κακά. Μόνο με τη
χάρη του αγίου Πνεύματος έχει ο άνθρωπος αγάπη στην καρδιά του και ειρήνη στην
ψυχή του, γιατί είναι η ίδια η πηγή της αγάπης και της ειρήνης. Αυτά τα δύο
χαρίζουν στον κάθε άνθρωπο πραγματική χαρά και ευτυχία. Όταν όμως φύγει το άγιο
Πνεύμα από την ψυχή του ανθρώπου, τότε φεύγει η πραγματική αγάπη και η ειρήνη
και επικρατούν τα χειρότερα πάθη, όπως το μίσος, ο φθόνος, η ζήλεια, η κακία, ο
φόνος και άλλα. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι μετά το προπατορικό αμάρτημα, όταν
απομακρύνθηκε από τη ψυχή τους η χάρις του αγίου Πνεύματος, άρχισαν να κάνουν
πολλά άσχημα πράματα.
-Πότε μαμά έφυγε από τον άνθρωπο το άγιο
Πνεύμα;
-Μόλις ο Αδάμ και η Εύα πίστεψαν στα πονηρά
λόγια του κακού σατανά που τους έπεισε πως δήθεν δεν αγαπά τους ανθρώπους ο
καλός Θεός μας και γι’ αυτό δεν έπρεπε τώρα να τον εμπιστεύονται. Ο σατανάς
ήξερε πολύ καλά πως για να απομακρύνει τον άνθρωπο από την αγάπη του Θεού του,
έπρεπε να τον πείσει πρώτα πως ο Θεός δεν τον αγαπά πραγματικά, οπότε και δεν
χρειαζόταν να τον υπακούει αφού τώρα πλέον δεν θα τον εμπιστευόταν.
Βγάζοντας όμως ο άνθρωπος από την ψυχή του
την αγάπη και την εμπιστοσύνη στον Δημιουργό του, έδιωξε από μέσα του και τη
χάρη του αγίου Πνεύματος που πήρε τη στιγμή της δημιουργίας του, με όλες τις
θλιβερές συνέπειες στη ψυχή του. Γιατί όταν το φως του αγίου Πνεύματος φύγει
από τον άνθρωπο, τότε πλημμυρίζει η ψυχή του από κάθε κακία που βάζει στο μυαλό
του ο κακός σατανάς. Γι’ αυτό και το χειρότερο κακό που μπορεί να πάθει ένας
άνθρωπος είναι να χάσει τη χάρη του αγίου Πνεύματος.
-Πω, πω, μαμά, τώρα καταλαβαίνω πόσο μεγάλο
κακό έπαθε ο άνθρωπος από τον κακό σατανά μέσα στον παράδεισο!
-Ναι, κοριτσάκι μου, έπαθε το χειρότερο
κακό και αυτός αλλά και ολόκληρη η δημιουργία του καλού Θεού μας, αφού μετά από
το φοβερό αυτό αμάρτημα όλος ο κόσμος δεν ήταν πλέον όπως πρώτα. Οι άνθρωποι
δεν είχαν μεταξύ τους αγάπη και ειρήνη, αφού πολλές φορές έφταναν να
αλληλοσκοτώνονται και η υπόλοιπη δημιουργία συμπεριφερόταν στον άνθρωπο όχι και
τόσο φιλικά, όπως πρώτα μέσα στον παράδεισο. Όσο περνούσαν τα χρόνια, το κακό
όλο και μεγάλωνε, με αποτέλεσμα όλη η δημιουργία του Θεού και ο άνθρωπος να
υποφέρει. Κανείς δεν μπορούσε να βοηθήσει σ’ αυτό και να σταματήσει το κακό,
γιατί ο σατανάς ήδη κυριαρχούσε παντού και κυρίως στις ψυχές των ανθρώπων. Ο
μόνος λοιπόν που θα μπορούσε να βοηθήσει ήταν ο καλός Θεός μας.
-Πως βοήθησε, μανούλα, τους ανθρώπους ο
καλός Θεός μας;
-Είχε, παιδί μου, ο Θεός το δικό του σχέδιο
για την σωτηρία του ανθρώπου και την επιστροφή της χάρις του αγίου Πνεύματος
στην ψυχή του. Δεν μπορούσε να βλέπει το πιο τέλειο δημιούργημα του να ζει
δίχως τη χάρη του αγίου Πνεύματος και να υποφέρει τόσο πολύ από την κακία του
σατανά γι’ αυτό και αποφάσισε να επέμβει.
Επειδή το άγιο Πνεύμα μόνο ο Θεός μπορεί να
το δώσει στον άνθρωπο, αποφάσισε να στείλει στη γη τον Θεό Γιο του, για να
γίνει άνθρωπος σαν και μας, να θυσιαστεί για όλους τους ανθρώπους και σε όσους
τον πιστέψουν να τους δώσει πίσω ξανά τη χάρη του αγίου Πνεύματος που είχαν
χάσει.
Με την θυσία του αυτή θα μπορούσε ο
άνθρωπος να ξεφύγει τελείως από τη δύναμη του σατανά, που κυριαρχούσε μέχρι
τότε πάνω του και να τον πλημμυρίσει ξανά το φως της Χάριτος του.
-Μαμά, αφού ο Θεός μας είναι ένας, πως έχει
Γιο; Και το άγιο Πνεύμα είναι Θεός;
-Ναι, Αγγελική μου, ο Θεός μας είναι
ένας αλλά και τριαδικός. Θεός είναι και ο Πατέρας και ο Υιός και το άγιο
Πνεύμα. Δεν είναι όμως τρεις Θεοί αλλά ένας Θεός.
Αυτό ομολογούμε κάθε φορά που λέμε στην
προσευχή μας το «Πιστεύω εις έναν Θεό…». Αυτός λοιπόν ο ένας και τριαδικός
Θεός, δημιούργησε τον άνθρωπο.
-Δεν μπορώ, μανούλα μου, να το καταλάβω
αυτό. Μπορείς σε παρακαλώ να μου το εξηγήσεις καλύτερα;
-Αυτό, παιδί μου, δεν είναι τόσο εύκολο
στον άνθρωπο να το κατανοήσει και να το ερμηνεύσει, γιατί είναι θεϊκό μυστήριο.
Είναι τόσο δύσκολο που μου θυμίζει αυτό που ήθελε να κάνει κάποτε ένα μικρό
παιδάκι στην ακρογιαλιά της θάλασσας.
-Τι ήθελε να κάνει, μαμά;
-Ήθελε να αδειάσει με ένα κουταλάκι όλη τη
θάλασσα μέσα σε ένα πηγαδάκι που έφτιαξε πάνω στην άμμο. Θα προσπαθήσω όμως να
στο εξηγήσω με απλά λόγια, για να το καταλάβεις. Σκέψου, παιδί μου, τον ήλιο.
Εμείς λέμε ήλιο το φωτεινό αστέρι που βλέπουμε να φέγγει στον ουρανό. Νιώθουμε
όμως και τη ζεστασιά του από τις ηλιακές αχτίνες που φτάνουν μέχρι τη γη.
Έχουμε επομένως το αστέρι, που είναι ορατό, δηλαδή τον ήλιο, έχουμε το φως του,
το οποίο βλέπουμε, έχουμε όμως και την ζεστασιά του, που δεν την βλέπουμε αλλά
την νιώθουμε. Έχουμε ταυτόχρονα τρία πράματα, που όμως είναι ένα και το αυτό,
δηλαδή ο ήλιος.
Κάπως έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε και την
τριαδικότητα του Θεού μας. Ενώ ο Θεός μας είναι ένας, σαν τον ήλιο, είναι
ταυτόχρονα και τρία πρόσωπα. Ο Θεός Πατέρας είναι ο ήλιος, ο μονογενής του Υιός
είναι το φως και το άγιο Πνεύμα είναι η χάρις του Θεού που ζεσταίνει την ψυχή
μας και την γεμίζει με την θεϊκή του αγάπη και ειρήνη.
-Δηλαδή, μανούλα, ο μικρός Χριστός μας
είναι Θεός;
-Ναι, μωρό μου, ο μικρός Χριστούλης είναι ο
Γιος του Θεού και Θεός μας. Είναι ο ίδιος ο Θεός που ήρθε στη γη σαν άνθρωπος,
για να τον γνωρίσουμε καλύτερα και να τον αγαπήσουμε με όλη μας την καρδιά.
Ήθελε, κοριτσάκι μου, με αυτόν τον τρόπο ο Θεός Πατέρας να πει σε όλους μας
πόσο πολύ μας αγαπά, ώστε έστειλε τον ίδιο του τον Γιο, για να μας σώσει από τα
νύχια του σατανά.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κουδούνι της
πόρτας και άλλη μια ομάδα παιδιών ζήτησαν να πουν τα κάλαντα. Η μικρή Αγγελική
έτρεξε γρήγορα ν’ ανοίξει την πόρτα για να μπουν μέσα τα παιδιά. Μια γλυκιά
μελωδία από τα κάλαντα που τραγουδούσαν σαν αγγελάκια τα μικρά παιδιά,
πλημμύρισε το σπίτι. Ένα παιδί έπαιζε πολύ ωραία ακορντεόν και ένα άλλο
φυσαρμόνικα.
Ήταν τα πιο ωραία κάλαντα που είχε ακούσει
μέχρι τώρα η Αγγελική, γι’ αυτό και έμεινε εκεί κοντά στα παιδιά που
τραγουδούσαν γοητευμένη από την ωραία μελωδία.
Θυμήθηκε τα αγγελάκια που είχαν έρθει πάνω
από την σπηλιά του νεογέννητου Χριστού και έψαλλαν το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και
επί γης ειρήνη». Πόσο θα ήθελε να ήταν και αυτή εκεί!
Ενώ τα παιδιά ακόμα τραγουδούσαν, εκείνη
φαντάστηκε τον εαυτόν της ανάμεσα στα τσοπανόπουλα της Βηθλεέμ που άκουγαν την
μελωδία των αγγέλων. Νόμιζε πως άκουγε την αγγελική τους φωνή που τους έδειχνε
τη σπηλιά που γεννήθηκε ο μικρός Χριστός, ο σωτήρας όλου του κόσμου. Από τη
χαρά της θέλησε να τρέξει νοερά μαζί με τα άλλα τσοπανόπουλα προς τη σπηλιά.
Από τις χριστουγεννιάτικες της
περιπλανήσεις, ήρθαν να την βγάλουν τα χαρούμενα "χρόνια πολλά" που
έλεγαν τα παιδιά. Τα κάλαντα είχαν τελειώσει χωρίς αυτή να το καταλάβει. Η
παιδική της φαντασία όμως ήθελε να τρέξει ακόμα στην μακρινή Βηθλεέμ, κοντά στο
μικρό Χριστό. Όταν έφυγε η μικρή χορωδία, ήρθε κοντά στη μαμά της και τη
ρώτησε:
-Πες μου μαμά για τον μικρό Χριστό μας,
γιατί τον έβαλε η Παναγίτσα μας μέσα στο παχνί που έτρωγαν τα ζωάκια σανό;
Η μαμά Σοφία έσφιξε στην αγκαλιά της τον
μικρό της άγγελο και αφού της έδωσε ένα γλυκό φιλί είπε:
-Όταν ήρθαν, μωρό μου, μέσα στη σπηλιά ο
γέροντας Ιωσήφ με την Παναγιά μας, έπρεπε να βρουν τρόπο να ζεσταθούν, γιατί
έξω έκανε πολύ κρύο και μέσα δεν υπήρχε τίποτε άλλο εκτός από μερικά ζωάκια και
το σανό που είχαν για τροφή. Εντωμεταξύ, είχε έρθει η ώρα να γεννήσει η Παναγία
μας και εκτός από τα λίγα ρούχα που είχαν φέρει μαζί τους, δεν είχαν τίποτε
άλλο για να ζεσταθούν. Γι’ αυτό η μικρή μας Παναγίτσα μάζεψε γύρω της μπόλικο
σανό και με το χοντρό επανωφόρι που της έδωσε ο γέροντας προστάτης της Ιωσήφ,
προσπάθησε να ζεσταθεί.
-Πω, πω, μανούλα μου! Πόσο θα ήθελα να
ήμουν εκεί και να της έδινα την πιο ζεστή κουβέρτα που έχω στο κρεβάτι μου για
να σκεπαστεί!
Η Σοφία σαν μάνα που ήταν και που ήξερε
πόσο υποφέρει μια γυναίκα στη γέννα, ενώ διηγιόταν στο κοριτσάκι της την
ετοιμασία της Παναγίας μας για τη γέννα, ζούσε μέσα στην καρδιά της μυστικά όλη
αυτή την διαδικασία. Γι' αυτό και πονούσε μέσα στην ψυχή της για όσα υπέφερε
μόνη της μέσα στη μικρή σπηλιά η γλυκιά της βασίλισσα Μαριάμ, για να γεννήσει
τον μονάκριβο Γιο της.
Πόσο θα ήθελε να ήταν δίπλα της εκείνη τη
στιγμή και να την βοηθήσει στη γέννα! Η καρδιά της χτυπούσε γοργά από την
αγωνία και τα μάτια της μαμάς Σοφίας είχαν βουρκώσει. Η μητρική της καρδιά
ήθελε να αγκαλιάσει εκείνη τη στιγμή την μικρούλα δεκαεξάχρονη Μαριάμ σαν δική
της κόρη και να την βοηθήσει.
Ένα μητρικό δάκρυ κύλισε από το μάγουλο της
και ήρθε να καθίσει πάνω στο μέτωπο της μικρής Αγγελικής, που χωμένη στη ζεστή
της αγκαλιά άκουγε με προσοχή όσα της έλεγε η μαμά της. Για λίγα λεπτά
επικράτησε μια συγκινητική σιωπή, μέχρι που βρήκε πάλι τη δύναμη η μαμά Σοφία
να συνεχίσει την διήγηση της.
-Είχε έρθει η ώρα, Αγγελική μου, να
γεννηθεί σαν άνθρωπος ο Υιός του Θεού. Στον ουρανό, οι άγγελοι πανηγύριζαν με
ύμνους δοξολογίας. Στη γη, οι τσοπάνηδες πήγαιναν γρήγορα να δουν Αυτόν που
ήρθε να σώσει όλο τον κόσμο από τις αμαρτίες. Η σπηλιά του μικρού Χριστού είχε
γεμίσει από τους ύμνους των αγγέλων και τις χαρούμενες παιδικές φωνές των
τσοπανόπουλων. Η μανούλα του, αφού πρώτα τον σπαργάνωσε με όσα ρουχαλάκια είχε
μαζί της, τον έβαλε μέσα στο παχνί με το σανό, για να μην κρυώνει ο μικρός της
θησαυρός και τον σκέπασε με το ζεστό της επανωφόρι. Τα ζωάκια, λες και
καταλάβαιναν πόσο κρύωνε ο μικρός Χριστούλης, ήρθαν κοντά του και άρχισαν να
τον ζεσταίνουν με τα χνώτα τους.
-Τα παιδάκια τι έκαναν, μανούλα;
-Ήταν γύρω από τη φάτνη και κοιτούσαν το
μικρό Χριστό μας που τους χαμογελούσε.
-Αν ήμουνα, μανούλα μου, εκεί θα με άφηνε η
Παναγίτσα μας να τον αγκαλιάσω;
-Και βέβαια, κοριτσάκι μου, αφού γι' αυτό
ήρθε στη γη ο Χριστούλης, για να τον αγαπήσουμε με όλη μας την καρδιά και να
γίνουμε όλοι εμείς η δική του οικογένεια. Ήθελε ο Θεός Πατέρας μας να αγαπήσουμε
τον Γιο του και σαν Θεό μας αλλά και σαν δικό μας άνθρωπο. Γι' αυτό λέμε τον
Χριστό μας Θεάνθρωπο. Ότι δηλαδή είναι και τέλειος Θεός αλλά και τέλειος
άνθρωπος. Σαν Θεός θα μας σώσει από τα λάθη και τις αμαρτίες μας και σαν
άνθρωπος θα γίνει για τον καθένα μας τα πάντα.
-Μπορεί να γίνει, μαμά, και δικός μου
αδελφός;
-Αν εσύ το θέλεις με όλη σου την καρδιά,
Εκείνος θα χαρεί πολύ να είσαστε μικρά αδελφάκια.
-Το θέλω πάρα πολύ, μανούλα μου!
-Θα τον αγαπάς, όμως, με όλη τη δύναμη της
καρδιάς σου;
-Ναι, μανούλα μου! Θα τον αγαπώ τόσο πολύ,
όπως και τον μικρό μας Ιωσήφ, και θα είμαι το πιο ευτυχισμένο παιδί στον κόσμο!
Μαμά, μπορώ να τον φωνάζω και αδελφούλη;
-Βεβαίως, θησαυρέ μου, αν εσύ το θέλεις, θα
είναι Αυτός ο καλύτερος σου φίλος και αδελφός. Είναι ο μόνος που θα σε αγαπήσει
τόσο πολύ, πιο πολύ ακόμα και από μένα και από τον μπαμπά σου. Ποτέ δεν θα σε
εγκαταλείψει και πάντα θα σε ευλογεί πολύ σε όλη σου τη ζωή.
-Εσύ μαμά, πως τον αγαπάς;
-Όπως αγαπώ και λατρεύω εσένα, την Χριστίνα
μας και τον μικρό μας Ιωσήφ, έτσι αγαπώ και λατρεύω και Εκείνον.
-Τον αγαπάς σαν Γιο σου, μαμά;
-Ναι, γλυκιά μου αγάπη. Τον αγαπώ και τον
λατρεύω, όπως τον αγαπούσε και η γλυκιά του μανούλα Μαριάμ. Είναι ο μονάκριβος
θησαυρός της ψυχής μου, η γλυκιά αγάπη της καρδιάς μου, ο φωτεινός ήλιος της
ζωής μου, η χαρά της ύπαρξης μου.
Όσο η μαμά Σοφία έλεγε όλα αυτά τα γλυκά
λόγια αγάπης για το μικρό νεογέννητο Ιησού, τόσο η μητρική της καρδιά χτυπούσε
γλυκά γι' Αυτόν. Από μικρό παιδί την είχε μάθει η μαμά της να τον λατρεύει
σαν Θεάνθρωπο, σαν το πιο αγαπημένο πρόσωπο της ζωής της και να έχει για
πρότυπο της την αγία μητέρα του.
Όταν ήταν μικρούλα τον αγαπούσε σαν τον
μικρό της αδελφό, όταν όμως μεγάλωσε και έγινε μαμά, ένιωθε τον μικρό Ιησού της
Βηθλεέμ, σαν δικό της μωρό. Όποτε τον σκεφτόταν, βούρκωναν τα μάτια της από
αγάπη και μητρικό έρωτα.
Ο μικρός Ιησούς της Βηθλεέμ ήταν ο γιος της
καρδιάς της που τον έκλεινε με πολύ αγάπη στο μητρικό της στήθος. Όταν, όμως,
σαν άνθρωπος είχε κάποια στεναχώρια, τότε έτρεχε αυτή να κρυφτεί, σαν μικρό
κοριτσάκι, μέσα στην πατρική του αγκαλιά για να ξεκουραστεί.
Η Σοφία είχε πιστέψει αυτό που είπε κάποτε
ο Χριστός στους αγαπημένους του μαθητές:
"Όποιος αγαπά τον Θεό Πατέρα μου και
τηρεί τις εντολές του, αυτός είναι και μάνα μου και αδελφός μου". (Ματθ. Ιβ΄49-50)
Αγαπούσε λοιπόν και αυτή τον γλυκύ της
Ιησού και σαν Θεό της αλλά και σαν γιο της, αφού ο Χριστός ήταν και άνθρωπος.
Όλα αυτά που διδάχτηκε από την αγία μητέρα της, ήθελε τώρα με τη σειρά της να
τα διδάξει και εκείνη στα παιδιά της.
-Μαμά, πως την φώναζε την Παναγίτσα μας ο
μικρός Χριστούλης;
-Όπως φωνάζεις και συ εμένα, «μανούλα».
-Και η Παναγίτσα μας πως τον φώναζε;
-Όπως φωνάζω εγώ τον Ιωσήφ μας, «Γιε μου».
-Εσύ μαμά, τώρα που τον αγαπάς σαν δικό σου
μωρό, τον φωνάζεις όπως και η Παναγίτσα μας;
-Ναι κοριτσάκι μου. Τον φωνάζω όπως εκείνη,
Θεέ μου και βασιλόπουλο μου. Αυτός, κοριτσάκι μου είναι ο πιο γλυκός θεϊκός
έρωτας που υπάρχει στη γη. Όταν αγαπάς το μικρό Χριστό μας, αγαπάς τον Θεό μας.
Αγαπάς τον δημιουργό Θεό μας. Μέσα από την αγάπη στο Χριστό μας, βρίσκουμε όλοι
οι άνθρωποι τον αληθινό δρόμο για να μπούμε ξανά στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα
μας, από όπου και βγήκαμε μετά το προπατορικό αμάρτημα.
-Πρέπει όμως να έχουμε εμπιστοσύνη, αγάπη
και υπακοή στο θέλημα του Θεού, έτσι δεν είναι μανούλα μου;
-Ναι, Αγγελική μου, όταν χάσαμε αυτά τα
τρία, χάσαμε και τον παράδεισο και το άγιο Πνεύμα. Τώρα, με αυτά τα τρία και με
οδηγό την θυσία του γλυκύ μας Ιησού, θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε ξανά το άγιο
Πνεύμα και να μπούμε όχι απλά στην αγκαλιά του καλού Θεού μας αλλά μέσα στα
βάθη της θεϊκής του καρδιάς.
-Πόσο θέλω, μανούλα, να είμαι συνεχώς μέσα
στην καρδιά του καλού Θεού Πατέρα μας!
-Και Εκείνος θέλει τόσο πολύ να μας κλείνει
μέσα στην καρδιά του αλλά και ο ίδιος να κλείνεται ταυτόχρονα στην καρδιά μας,
μέσα από την αγάπη που θα έχουμε στο μονογενή του Υιό.
-Πως μπορεί να γίνει αυτό, μανούλα;
-Αυτό γίνεται, κοριτσάκι μου, μέσα από τη
θεία Κοινωνία. Κάθε φορά που μεταλαμβάνουμε το Χριστό μας στη θεία Κοινωνία,
γινόμαστε ένα με το Θεό μας. Τότε η ψυχή μας, σαν μια σταγόνα βροχής, πέφτει
στον άπειρο ωκεανό της θείας Αγάπης και γίνεται ένα με αυτήν. Για να γίνει όμως
αυτό, πρέπει να παρακαλάμε πρώτα τον καλό Θεό μας να μας πλημμυρίσει με το άγιο
του Πνεύμα.
Και όλα αυτά μπορεί τώρα ο άνθρωπος να τα
πετύχει επειδή ο Θεός έστειλε τον μονογενή του Υιό να γίνει άνθρωπος, να ζήσει
ανάμεσα μας, να υποφέρει για χάρη μας και να αναστηθεί για να μπορέσουμε εμείς
να γίνουμε ένα μαζί του μέσα από την θεία Κοινωνία.
-Τώρα καταλαβαίνω, μανούλα μου, γιατί ήρθε
ο Υιός του Θεού να γεννηθεί στην Βηθλεέμ και να γίνει άνθρωπος σαν κι εμάς!
Πόσο τον αγαπώ μαμά! Ευχαριστώ πολύ τον καλό Θεό μας που είσαι συ η δικιά μου
μαμά!
Η ώρα, όμως είχε περάσει και τα ματάκια της
μικρής μας Αγγελικής άρχισαν να κλείνουν από την νύστα. Η μαμά της την φίλησε
άλλη μια φορά γλυκά στο μέτωπο και της είπε πως έπρεπε τώρα να πάει να
κοιμηθεί.
-Καληνύχτα γλυκό μου κοριτσάκι!
-Καληνύχτα, μανούλα! Καληνύχτα μικρέ μου
Χριστούλη! Είσαι ο γλυκός μου αδελφούλης και σ’ αγαπώ πολύ, όπως την Χριστίνα
μου και τον Ιωσήφ μου!